Έλεγε και υπερασπιζόταν με πάθος πως δεν την ενδιαφέρουν οι
κριτικές για τα όσα έγραφε κατά καιρούς...
Κάπως έτσι ξεκίνησε στην αρχή, αταβιστικά, ανώδυνα κείμενα, κάτι σαν προσωπικό διαδραστικό ημερολόγιο που
πίστευε πως θα το μοιραζόταν, μισό να προσέξω αν έχει δέσει η σάλτσα του κοκκινιστού, μισό να πάρω τα πάνω-πάνω της σκόνης, αραχνιάσαμε εδώ μέσα, μισό
να σκεφτώ...
Εκεί κάπου συνειδητοποίησε πως η σκέψη της πνιγόταν, ο καπνός από τη χύτρα ταχύτητας είχε αρχίσει, ξεκινώντας από την
κουζίνα, να αιωρείται σ’ όλο το σπίτι, καιγόταν μαζί με το κοκκινιστό, δεν
μπορούσε και δεν την ένοιαζε να προσπαθήσει...
Αντίθετα, καθισμένη σε μία γωνιά απολάμβανε τις ακαθόριστες φιγούρες της φωτιάς...
Η ιστορία δεν
έχει τέλος γιατί οι σοφοί προνόησαν να τη σβήσουν έγκαιρα...
Έμεινε ένας μικρός καπνός...
Αυτόν, δεν μπόρεσε να τον τιθασεύσει κανείς και οι μύθοι λένε
πως ταξίδεψε πολύ μακρύτερα από την απέναντι πολυκατοικία...
Αιωρείται ακόμα...